Κριτική του ποιητή και συγγραφέα Γιώργου Πύργαρη για την Κοιμωμένη

giouli

ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ‘’ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΠΟΧΕΣ’’  ΣΤΗΝ ΚΥΨΕΛΗ

Εχθές βρέθηκα στο θέατρο ‘’Τέσσερις Εποχές’’ στην Κυψέλη (Κυψέλης 15) για την παράσταση ‘’Η Κοιμωμένη μου’’ που αφορά στην ζωή του Έλληνα γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά. Έφυγα με την αίσθηση, πως στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν μόνο κακές ειδήσεις και μνημόνια, δεν υπάρχουν μονάχα συνωμοσιολογίες και τέρατα, δεν υπάρχουν μόνο φόνοι , συλλήψεις και δικαστήρια, δεν υπάρχει μόνο σύγχυση, αλλά υπάρχουν και οάσεις, υπάρχουν και γωνιές που άνθρωποι έντιμοι απέναντι σε άλλους ανθρώπους, παράγουν πολιτισμό με την αληθινή σημασία του όρου. Έφυγα με την αίσθηση, πως ναι, κάτω από τα φαινόμενα, υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα, πως υπάρχει ακόμη πραγματική τέχνη που αντιστέκεται.

Και τούτο είναι, ό, τι πιο αισιόδοξο αισθάνθηκα τα τελευταία τέσσερα χρόνια…

Το έργο, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόρτζου. 

Πρωταγωνιστούν,στον ρόλο της μητέρας του Χαλεπά η Γιούλη Ζήκου, στον ρόλο του Χαλεπά ο Πέτρος Αποστολόπουλος και στον ρόλο της ανιψιάς του η Λήδα Κατσούδη και δεν είναι καθόλου τυχαίο, πως το συγκεκριμένο έργο απέσπασε το πρώτο Κρατικό βραβείο.

Κατ’ αρχήν αξίζουν στους εμπνευστές και συντελεστές της ιδέας συγχαρητήρια, μόνο και μόνο για την επιλογή του έργου. Για πρώτη φορά απ’όσο γνωρίζω, ο προβολέας της θεατρικής τέχνης, πέφτει πάνω στον γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, όχι μόνο για να αναδείξει την τραγική του ζωή, αλλά στην καρδιά μιας πολύ δύσκολης για όλους μας εποχής, να αναδείξει έναν μεγάλο Έλληνα, έναν πραγματικά μεγάλο καλλιτέχνη. Γιατί έχει σημασία, το ποιος είναι πραγματικά μεγάλος σήμερα. Στη σκέψη μου έρχονται τα λόγια του γίγαντα ηθοποιού Πήτερ Ουστίνωφ: ‘’Δεν μ’ ενδιαφέρει διόλου ποιος ήταν τσάρος, πρωθυπουργός ή μεγάλος στρατηγός εκείνη την εποχή. Μ’ ενδιαφέρει όμως πως εκείνη την εποχή υπήρχε ένας Τολστόϊ και έγραφε’’… Να ποιοι είναι οι πραγματικά μεγάλοι λοιπόν. Ένας τέτοιος είναι για μας και ο Γιαννούλης Χαλεπάς που μονάχα με την ‘’κοιμωμένη’’ -που δημιούργησε σε ηλικία 26 ετών- πραγματοποίησε ένα μυθικό άλμα και βρέθηκε στο πάνθεον των απαράμιλλων καλλιτεχνών της ανθρωπότητας, δίπλα σε ονόματα όπως του Φειδία και του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Κι ας άργησε τόσο πολύ η αναγνώρισή του, απ’ τους μικρούς γύρω του ανθρώπους.

Συγχαρητήρια λοιπόν στους συντελεστές αυτής της θεατρικής παράστασης, για την επιλογή του έργου και για την αντίσταση στην ένοχη λήθη…

Ας έρθουμε τώρα στην πραγματοποίηση της ιδέας.

Μέσα σε ένα μοντέρνο, αφαιρετικό σκηνικό οι τρεις ηθοποιοί,σκιαγραφούν την τραγική ζωή του γλύπτη, δίνοντας κυριολεκτικά ρεσιτάλ ερμηνείας. Και οι τρεις.

Η Γιούλη Ζήκου ερμηνεύει την καταπιεστική μάνα του γλύπτη με μια δύναμη που σε παρασύρει και σε καθηλώνει. Είναι η στιβαρή φωνή του ρεαλισμού που πριονίζει αδιάκοπα τα φτερά της τέχνης, τα φτερά του Δαίδαλου και του Ίκαρου, τα φτερά του γιου της. Είναι η Μήδεια αλλά και η μάνα του Οιδίποδα η Ιοκάστη. Είναι η μητέρα του Γιαννούλη Χαλεπά. Και αυτό ακριβώς καταφέρνει επιδέξια η Γιούλη Ζήκου. Να ισορροπεί τέλεια πάνω σ’ αυτό το επικίνδυνο νήμα.Στο νήμα που ενώνει την αρχαία τραγωδία με το μοντέρνο. Γιατί ναι, έχεις την αίσθηση βλέποντάς την, πως παρακολουθείς μια…σύγχρονη αρχαία τραγωδία, όσο αδόκιμος κι αν ακούγεται ο όρος. Δύναμη και ένταση. Και μια μάσκα προσώπου καταπληκτική, ελαστική που τανύζει σαν ευαίσθητη χορδή στο παραμικρό φύσημα του αγέρα που περνάει από πάνω της, πόσο δε στην υποδοχή των απανωτών συμφορών. Δύο από τα πέντε παιδιά της τρελάθηκαν και κλείνονται σε ψυχιατρεία (ο Χαλεπάς και η αδερφή του), ο ένας πνίγηκε, ο τέταρτος αυτοκτόνησε για έναν χαμένο έρωτα και μονάχα ο Νικόλας της έζησε μια φυσιολογική ζωή αλλά μακριά της. Ανάμεσα σ’ αυτά η φτώχεια και η τέλεια μοναξιά. Ο άντρας της βρίσκεται συνεχώς μακριά αφού πελεκάει μάρμαρα στις άκρες της γης. Τόσο δύσκολη περίπτωση. Πώς να αποδώσεις μια τόσο τραγική γυναίκα; Μεγάλη η πρόκληση μα η Γιούλη Ζήκου το καταφέρνει. Μπροστά σου βλέπεις μια γυναίκα που προσπαθεί να γίνει κάθε στιγμή σίδερο, για να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Ανελέητα σκληρή απέναντι ακόμη και στο ίδιο της το παιδί. Τον Γιαννούλη Χαλεπά. Πού τον χτυπά, τον βρίζει και του σπάει τα έργα. Γιατί μισεί το μάρμαρο. Μισεί την τέχνη. Μισεί τα φτερά. Έρχονται στιγμές που την αντιπαθείς , που θέλεις να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της, που θέλεις να παρέμβεις γιατί δεν αντέχεις τόση φόρτιση, τόση ένταση, τόση αδικία, τόσον συμπυκνωμένο πόνο πάνω στην μάσκα του προσώπου της και στην στάση του κορμιού της. Μονάχα στην πορεία κατορθώνεις να την συγχωρέσεις, γιατί αντιλαμβάνεσαι πόσο την έχει τιμωρήσει ήδη η ίδια η ζωή, αφού είναι θύτης και θύμα συνάμα. 

Είμαι σίγουρος, πως για την Γιούλη Ζήκου αυτός ο ρόλος, θα αποτελέσει κάποτε έναν από τους σημαντικούς σταθμούς της καριέρας της.

Αποκάλυψη για μένα ο Πέτρος Αποστολόπουλος που δυστυχώς δεν τον ήξερα. Απέναντι στην μαγική ερμηνεία της Γιούλης Ζήκου, άλλη μια θαυμάσια ερμηνεία. Εδώ δεν καπελώνει κανένας κανέναν και φαίνεται πως τούτο είναι πάγιο χαρακτηριστικό της σκηνοθετικής άποψης του Μόρτζου. Ο κάθε ηθοποιός να αφήνεται ελεύθερος να αγγίξει το τέλειο, παίζοντας αρμονικά μαζί με τον άλλον. Ο Αποστολόπουλος λοιπόν παίζοντας τον Γιαννούλη Χαλεπά –άλλος ένας δύσκολος ρόλος αφού καλείται να καλύψει μια τεράστια εκφραστική και συναισθηματική απόσταση από το άκρο της τρέλας στο άκρο της λογικής- εκπληρώνει και με το παραπάνω τις προσδοκίες. Δεν ενσαρκώνει μονάχα τον καλλιτέχνη Χαλεπά απέναντι στην πυγμή της σκληρής μάνας, ούτε μονάχα το παίγνιο στα χέρια της τρέλας και των συγχωριανών του. Με μια σπάνια ευαισθησία, ενσαρκώνει τον άνθρωπο-καλλιτέχνη απέναντι στο ίδιο του το αριστούργημα που ήρθε πολύ νωρίς και είναι η κοιμωμένη. Όχι, δεν μπορείς να αποφύγεις την σύγκριση. Μεγαλοπρεπές, μαρμάρινο, πανέμορφο, αθάνατο, αναλλοίωτο το έργο του… φθαρτός, ασταθής, έρμαιο των συνθηκών, καθόλου επιβλητικός, σκυφτός εκείνος. Αυτή η καίρια αντίθεση ανάμεσα στον καλλιτέχνη και το έργο του, δοσμένη με μια ευαισθησία που σπάει κόκαλα από τον Πέτρο Αποστολόπουλο –είναι στιγμές που θες να κλάψεις- και με μια αλήθεια που ομολογουμένως με εξέπληξε, με κάνει να αναρωτιέμαι, τι σπάνιο υλικό, τι διαμάντια ηθοποιών υπάρχουν σήμερα που ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν κάνουν καριέρα στην τηλεόραση.

Η Λήδα Κατσούδη –μαθήτρια της Γιούλης Ζήκου στην πραγματική ζωή-μια νέα ηθοποιός που με την απλότητα, την αμεσότητα του παιξίματός της,κερδίζει τις εντυπώσεις και υπόσχεται πολλά στην συνέχεια. Μια γυναικεία παρουσία γλυκιά, σοφά δοσμένη από τον σκηνοθέτη, ώστε να αποφορτίζει το κλίμα από την σκληρή, τραγική φιγούρα της μάνας, να ανταμείβει με αγάπη τον πολύπαθο Χαλεπά  και να προετοιμάζει την έξοδο.

Μια παράσταση που με ενθουσίασε. 

Συγχαρητήρια σε όλους.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *